ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΔΙΑΘΕΣΗΣ
Κατάθλιψη – Εισαγωγικά
Η κατάθλιψη και οι υποκατηγορίες της εμφανίζεται με πολλές διαφορετικές μορφές. Το πλήθος, η ένταση και η επιμονή των συμπτωμάτων παρουσιάζουν μεγάλη διαφοροποίηση. Η συχνότητα εμφάνισης των επεισοδίων ποικίλλει. Ορισμένα άτομα θα έρθουν αντιμέτωπα με ένα μεμονωμένο μείζον καταθλιπτικό επεισόδιο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους σε αντίθεση με άλλα, που θα βιώσουν επαναλαμβανόμενα και πολλαπλά επεισόδια. Στον «Δυτικό» κόσμο, οι άνθρωποι θα βιώσουν κατά μέσον όρο 6 καταθλιπτικά επεισόδια στη ζωή τους. Είναι επίσης πιθανό η κατάθλιψη να αποκτήσει χρόνιο και μονιμότερο χαρακτήρα — αν και σε αυτές τις περιπτώσεις η μορφή με την οποία εκφράζεται είναι γενικά ηπιότερη και βραδύτερη στην εξέλιξή της. Πάντως, παραμένει εξίσου, αν όχι περισσότερο, διαβρωτική για τον ψυχισμό και δυσκολότερα διαγνώσιμη και ιάσιμη. Περισσότερα για αυτούς τους τύπους κατάθλιψης στις οικείες ενότητες.


Σημαντική συμβολή στην κατανόηση της νόσου αποτελεί το γνωσιακό μοντέλο του Beck.
Σύμφωνα με αυτό υπάρχουν ασύνειδα και στρεβλά υποκείμενα μοτίβα που έχουν αναπτυχθεί στα πρώιμα αναπτυξιακά ψυχολογικά στάδια του ατόμου διαμορφωμένα από περιβαλλοντικούς παράγοντες, Τα μοτίβα αυτά συχνά παραμένουν ανενεργά μέχρι την πυροδότησή τους από κάποιο εξωτερικό συμβάν. Υπό την επίδραση αυτών των μοτίβων-σχημάτων αναδύονται αυτόματες αρνητικές σκέψεις – λογικές πλάνες, οι οποίες αν και εσφαλμένες φαντάζουν πειστικές και έγκυρες στο άτομο. Εξαιτίας της επικράτησής τους στον νου προκαλούν αρνητικά συναισθήματα που με τη σειρά τους ωθούν το άτομο σε αυτουποϋπονομευτικές συμπεριφορές. Το άτομο δηλαδή βιώνει την εξής ακολουθία: 1. Εξωτερικό Ερέθισμα → 2. Αυτόματη Αρνητική Σκέψη (το περιεχόμενο της οποίας διαμεσολαβείται και υπαγορεύεται από τα ασύνειδα, εδραιωμένα υποκείμενα σχήματα-μοτίβα) → 3. Αρνητικό Συναίσθημα → 4. Δυσλειτουργική Συμπεριφορά / Κατάθλιψη.
Τα υποκείμενα αυτά μοτίβα σχετίζονται με τρεις τομείς της ζωής του ατόμου (Γνωσιακή Τριάδα):


- την εικόνα για τον εαυτό
- την εικόνα για τους άλλους
- τις προσδοκίες για το μέλλον
Όπως προαναφέραμε η πυροδότηση αυτών των μοτίβων-σχημάτων οδηγεί αυτόματα στην ανάδυση λογικά εσφαλμένων και αρνητικών ιδεών (γνωσιών).
Ανάλογα με το είδος τους και τις λογικές στρεβλώσεις που αντιπροσωπεύουν διακρίνονται σε πέντε κατηγορίες:
Διχότομη σκέψη: η τάση δηλαδή να ερμηνεύονται τα πάντα βασισμένα σ’ ένα απλουστευτικό δίπολο σωστού-λάθους, άσπρου-μαύρου, χωρίς ενδιάμεσες διαβαθμίσεις λογικών ερμηνειών, π.χ. «Αν η εργασία μου δεν βαθμολογηθεί με άριστα μετά από τόση προσπάθεια, τότε έχω αποτύχει παταγωδώς».
Αυθαίρετα συμπεράσματα: η λογικά εσφαλμένη ερμηνεία κάποιου γεγονότος που δεν βασίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα, π.χ. «Πήρα τηλέφωνο, αλλά έχει περάσει ήδη μισή ώρα και δεν με ξαναπήρε πίσω. Σίγουρα είδε την κλήση μου, αλλά με βλέπει σαν βάρος και ενόχληση».
Επιλεκτική αφαίρεση: η επικέντρωση δηλαδή σε ένα μεμονωμένο γεγονός για την εξαγωγή καθολικών συμπερασμάτων, π.χ. «Το ανέκδοτο που είπα στην παρέα έκανε τους πάντες να γελάσουν εκτός απ’ τον Γιάννη, ήταν σίγουρα κρυάδα. Οι υπόλοιποι γέλασαν απλώς από ευγένεια.»
Υπεργενίκευση: η εξαγωγή δηλαδή ενός καθολικού αρνητικού συμπεράσματος με βάση ένα μεμονωμένο γεγονός, π.χ. «Απέτυχα φέτος να περάσω στις Πανελλήνιες, πάντα το ίδιο θα συμβαίνει, δεν είμαι ικανός να πετύχω.»
Προσωποποίηση: η πεποίθηση ότι τα πάντα στρέφονται προσωπικά εναντίον του ατόμου είτε για να το προσβάλλουν είτε για να του θέσουν εμπόδια, π.χ. «Σε όλους τυχαίνουν πάντα οι βάρδιες που θέλουν στη δουλειά, μόνο σ’ εμένα πέφτουν αυτές που δεν θέλω.»
Μείζων Κατάθλιψη
Στην οξεία εκδοχή της, δηλαδή όταν η κατάθλιψη ξεσπά με τη μορφή μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου, χαρακτηρίζεται από:
καταθλιπτική διάθεση, σχεδόν κάθε μέρα
απώλεια του ενδιαφέροντος ή μείωση της ευχαρίστησης από δραστηριότητες που παλιά ήταν ευχάριστες (ανηδονία)
μείωση ή αύξηση της όρεξης ή του βάρους
αδυναμία ύπνου το βράδυ ή υπερβολική ανάγκη για ύπνο (υπερυπνία) μες στη μέρα ή διακεκομμένος ύπνος σχεδόν καθημερινά
καθημερινή ψυχοκινητική ανησυχία (υπερβολική κινητικότητα, δηλαδή το άτομο «δεν μπορεί να κάτσει σε ένα σημείο») ή ψυχοκινητική επιβράδυνση (οι κινήσεις είναι νωχελικές και σχεδόν αργές σαν το άτομο να μην έχει κουράγιο ή δυνατότητα να κινηθεί κανονικά)
εύκολη και αναίτια κόπωση ή απώλεια της ενεργητικότητας
ιδέες ενοχής και προσωπικής αναξιότητας
έντονη δυσκολία στη συγκέντρωση
βραδύτητα στη σκέψη και δυσχέρεια στη λήψη των αποφάσεων
μειωμένη κριτική ικανότητα
επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου ή ιδέες αυτοκαταστροφής
απελπισία και αίσθημα ανημπόριας
εσωτερικό κενό
ευσυγκινησία (ο πάσχων συγκινείται και κλαίει εύκολα)
ανησυχία

Τα παραπάνω μπορούν να συνοδεύονται από πλήθος άλλων συμπτωμάτων που συχνά δεν είναι άμεσα ανιχνεύσιμα ή αντιληπτά. Οι πάσχοντες από μείζονα κατάθλιψη δεν έχουν κίνητρο να κάνουν τίποτε και συχνά παραμένουν εγκλωβισμένοι στο κρεβάτι σχεδόν όλη μέρα ενώ αποσύρονται από κοινωνικές συναναστροφές, φίλους και οικείους. Το μέλλον τούς φαντάζει δυσοίωνο και το παρόν δυσβάσταχτο. Μέσα τους είναι εδραιωμένη η πεποίθηση ότι είναι ανήμποροι να αλλάξουν αυτό που βιώνουν.
Η τυπική ηλικία εμφάνισης της νόσου είναι μεταξύ 24 και 29 ετών. Ως πάθηση δεν είναι σπάνια. Σύμφωνα με διάφορες μελέτες τουλάχιστον 5% των Ευρωπαίων υποφέρουν από αυτήν ενώ ένα ποσοστό 17% θα νοσήσει από κάποια σοβαρή μορφή κατάθλιψης τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του. Από το σύνολο όσων πλήττονται από την κατάθλιψη το 25% περίπου θα παραμείνει καταθλιμμένο για χρονική περίοδο μικρότερη από ένα μήνα, ενώ το 50% λιγότερο από τρεις μήνες.




Δεν είναι απίθανο όμως η κατάθλιψη να διαρκέσει ακόμη κι ένα χρόνο σε ποσοστό που φτάνει το 25-30% των περιπτώσεων, ενώ ένα άλλο 25% θα εξακολουθήσει να υποφέρει για δύο χρόνια.
Σε ορισμένους πάσχοντες, το ιστορικό τους φανερώνει ότι η πάθηση έχει κληρονομικό χαρακτήρα αποκαλύπτοντας έτσι και τη νευροβιολογική της διάσταση. Το μοντέλο που εξηγεί την εμφάνισή της βασίζεται στην ανισορροπία μιας σειράς ουσιών στον εγκέφαλο που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές και είναι υπεύθυνες για τη μετάδοση σημάτων και τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Ο νευροδιαβιβαστής που ενοχοποιείται συνήθως είναι η σεροτονίνη που δεν παράγεται σε ικανές ποσότητες, αν και οι πιο πρόσφατες έρευνες υποδηλώνουν ότι ο ρόλος της είναι μάλλον ρυθμιστικός και ότι η ανάπτυξη της νόσου σχετίζεται και με άλλους νευροδιαβιβαστές (ντοπαμίνη, νορεπινεφρίνη, νοραδρεναλίνη, ακετυλοχολίνη) που έχουν να κάνουν με τη λειτουργία του επονομαζόμενου μεταιχμιακού συστήματος του εγκεφάλου, στο οποίο η αμυγδαλή (ένας αδένας στον εγκέφαλο) υπερλειτουργεί προξενώντας την παθολογία.
Διπολική Διαταραχή (Μανιοκατάθλιψη)
Η Διπολική Διαταραχή είναι πολύ σοβαρή ψυχική πάθηση που μπορεί να προκαλέσει σημαντική έκπτωση στη λειτουργικότητα του πάσχοντος. Χαρακτηριστικό της είναι ότι χωρίζεται σε δύο φάσεις: επεισόδια μανίας ή υπομανίας (βλ. παρακάτω) που ακολουθούνται από επεισόδια κατάθλιψης. Σπάνιως, παρουσιάζονται και ψυχωσικά επεισόδια κατά τη διάρκεια των δύο φάσεων — όταν αναφερόμαστε σε ψυχωσικά επεισόδια εννοούμε μια σειρά από ακουστικές, απτικές, οσφρητικές και οπτικές ψευδαισθήσεις και παραισθήσεις, αιφνίδιες εξωπραγματικές σκέψεις, ασυναρτησία και αποδιοργανωμένη σκέψη και συμπεριφορά.
Η φάση της μανίας ή της υπομανίας
(η δεύτερη είναι κατά πολύ ηπιότερη ως προς την έντασή της)
περιλαμβάνει τα ακόλουθα συμπτώματα

- κατάσταση ευφορίας, και αυξημένη αίσθηση ευεξίας
- διάθεση που διακρίνεται από επιθετικότητα ή ακόμη και ευσυγκινησία
- υπερβολική και αδικαιολόγητη αισιοδοξία
- πολύ γρήγορη και ακατάσχετη ομιλία και καλπάζουσα σκέψη
- περιορισμένη ανάγκη για ύπνο
- μεγαλομανία που χαρακτηρίζεται από ψευδαισθήσεις μεγαλείου ή πεποιθήσεις για την ύπαρξη ειδικών ικανοτήτων ή ακόμη και υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του πάσχοντος
- παρορμητική συμπεριφορά που μπορεί να αποβεί επικίνδυνη και ενδέχεται να περιλαμβάνει καταναλωτική μανία, υπερβολική σεξουαλική δραστηριότητα, τζόγο, επικίνδυνη οδήγηση και πληθώρα άλλων συμπεριφορών που προδίδουν έλλειψη κριτικής ικανότητας.
- αλλεπάλληλες αλλαγές του αντικειμένου συζήτησης χωρίς συχνά να υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ των θεμάτων
- εμμονική υπερδραστηριότητα σε διάφορους τομείς της καθημερινότητας αλλά και στη σεξουαλική συμπεριφορά (αύξηση στοχοκατευθυνόμενης δραστηριότητας) και «υπερκινητικότητα» (ψυχοκινητική διέγερση, δηλαδή υπέρμετρη σωματική δραστηριότητα, το άτομο δεν μπορεί να «κάτσει σε ένα σημείο»)
- διάσπαση προσοχής (το άτομο αποσπάται εύκολα στιγμιαία ή για αρκετή ώρα από ερεθίσματα που μοιάζουν ασήμαντα ή άσχετα στον εξωτερικό παρατηρητή)
- συναισθηματική αστάθεια — υπερβολικές αντιδράσεις σε απλά γεγονότα
- ανευθυνότητα.
Όπως προαναφέρθηκε, τα επεισόδια Μανίας ή Υπομανίας ακολουθούνται από επεισόδια Κατάθλιψης όπως περιγράφηκαν στις οικείες ενότητες.
Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να κάνουμε περαιτέρω διάκριση στον τρόπο με τον οποίο η Διπολική Διαταραχή εμφανίζεται στους εφήβους και στους ενήλικες. Στην περίπτωση των εφήβων τα επεισόδια μανίας κυριαρχούνται από ξεσπάσματα ασυγκράτητου θυμού και οργής, αλλά και έντονη ευσυγκινησία, ενώ στους ενήλικες η μανία εκφράζεται κυρίως με ιδιαίτερα «ανεβασμένη» διάθεση και υπερδραστηριότητα. Στους εφήβους η εναλλαγή ανάμεσα στη μανία και στην κατάθλιψη είναι πολύ πιο γρήγορη και αλληλοδιαδοχική.
Ένα ειδοποιό χαρακτηριστικό της Διπολικής Διαταραχής είναι ότι συνήθως προϋπάρχει οικογενειακό ιστορικό που φανερώνει κληρονομικότητα. Οι ψυχοκοινωνικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη ζωή του πάσχοντος είναι σε θέση να επιδεινώσουν ή να αμβλύνουν τη μορφή με την οποία εκδηλώνεται η πάθηση.
Όταν κυριαρχεί η φάση της μανίας το άτομο αισθάνεται έντονη δυσφορία με τη συμπεριφορά των άλλων αν θεωρήσει ότι με τις πράξεις τους αποσκοπούν στη ματαίωση των μεγαλεπήβολων σχεδίων του. Η κίνηση αυτού που βρίσκεται σε φάση μανιακού επεισοδίου είναι νευρώδης, χειρονομεί έντονα και με μεγάλη ταχύτητα. Συχνά αστεΐζεται ή μιλάει ακατάσχετα και με βροντερή φωνή. Η τάση προς επίδειξη είναι εμφανής και η συμπεριφορά συχνά επιπόλαιη και επικίνδυνη και για τον εαυτό, αλλά ενίοτε και για τους άλλους. Ενδιαφέρον είναι ότι μετά την υποχώρηση ή την ύφεση του μανιακού επεισοδίου το άτομο δείχνει μεταμέλεια για τη συμπεριφορά του. Παρά το γεγονός ότι συχνά μπορεί να δώσει την εντύπωση της ευδαιμονίας, δεν είναι απαραίτητο ότι βιώνει τη συναισθηματική του κατάσταση ως τέτοια καθώς η συμπεριφορά του μοιάζει να είναι περισσότερο αποτέλεσμα υπερδιέγερσης και ψυχαναγκασμού παρά εσωτερικής ευφορίας.
2. Αισθητικά συμπτώματα
- απώλεια της όσφρησης (ανοσμία)
- μείωση ακοής
- μείωση όρασης,
- θόλωση,
- διπλωπία (το να βλέπει το άτομο διπλά τα αντικείμενα που βρίσκονται στο οπτικό του πεδίο)
- τύφλωση
- τσιμπήματα, μουδιάσματα, μυρμηγκιάσματα σε διάφορα σημεία του σώματος
- μείωση έως εξαφάνιση της αίσθησης της αφής σε οποιοδήποτε σημείο του δέρματος
– Σημαντικός είναι ο αριθμός των νεαρών ατόμων που καταφεύγουν στην αυτοχειρία. Οι κυριότερες αιτίες που αναφέρονται από την έρευνα είναι:
- η κακοποίηση
- η ενδοσχολική βία και ο εκφοβισμός
το άγχος σχολικής επίδοσης κ.ά.
Οι αιτίες αυτές όταν συνδυάζονται με παράγοντες όπως οι πτωχές κοινωνικές δεξιότητες, η καταστροφοποίηση (η γνωσία δηλαδή ότι όλα θα πάνε στραβά) και η έλλειψη υποστηρικτικού περιβάλλοντος οδηγούν ευκολότερα τους έφηβους στην αυτοκτονία.
Διαφοροποίηση στη συχνότητα των αυτοκτονιών υπάρχει και μεταξύ των φύλων, με τους άνδρες να είναι πέντε φορές πιθανότερο να αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν από τις γυναίκες. Ο κίνδυνος μάλιστα είναι ακόμη μεγαλύτερος μεταξύ των νεαρών ανδρών.
Τα κυριότερα χαρακτηριολογικά στοιχεία των αυτόχειρων περιλαμβάνουν αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό, τους άλλους και το μέλλον (Γνωσιακή Τριάδα). Τα συναισθήματα που διαδραματίζουν τον πιο καθοριστικό ρόλο, είναι αυτά της:
- αυτο-απαξίωσης και αναξιότητας
- της απελπισίας
- της ενοχής
- της εσωτερικής ανησυχίας και σύγχυσης.
Δεν είναι σπάνιο οι μελλοντικοί αυτόχειρες να διακρίνονται από παρορμητικότητα, ευερεθιστότητα, και αντιπαραθετική και επιθετική διάθεση, ενώ συχνή είναι και η ύπαρξη ιστορικού κατάχρησης αλκοόλ ή ψυχοδραστικών ουσιών. Αναλύοντας περαιτέρω τα χαρακτηριστικά όσων διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να καταφύγουν στην αυτοκτονία και με σημείο αναφοράς τη Γνωσιακή Τριάδα του Beck έχει διαπιστωθεί ότι οι εν δυνάμει αυτόχειρες βλέπουν:
1. τον εαυτό τους ως:
– άχρηστο
– μισητό ή ανάξιο να αγαπηθεί
– ανίκανο και ανήμπορο
2. τους άλλους ως:
– απορριπτικούς
– κακοποιητικούς
– επικριτικούς
3. και το μέλλον ως:
– ζοφερό
– δυσοίωνο
– χωρίς καμία προοπτική βελτίωσης