Προβλήματα σωματικού βάρους και λήψης τροφής – Εισαγωγικά
Τα διατροφικά ζητήματα αποτελούν πρόβλημα για μεγάλο αριθμό ανδρών και γυναικών. Οι βασικότερες κατηγορίες διατροφικών προβλημάτων είναι η παχυσαρκία, το υπερβάλλον σωματικό βάρος, η Ψυχογενής Ανορεξία (Νευρική Ανορεξία), η Ψυχογενής βουλιμία (Νευρική βουλιμία) και η Επεισοδιακή Υπερφαγία (Binge Eating).
Τα διατροφικά προβλήματα συνήθως εμφανίζονται και αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις δεν εκδηλώνονται παρά μόλις μετά την ενηλικίωση. Οι διατροφικές διαταραχές εμφανίζονται από κοινού (παρουσιάζουν δηλαδή συννοσηρότητα) με άλλες ψυχικές διαταραχές όπως η Κατάθλιψη, οι Εξαρτήσεις, και οι Αγχώδεις Διαταραχές. Οι πάσχοντες από διατροφικές διαταραχές συχνά αντιμετωπίζουν επιπλοκές με την υγεία τους που στις χειρότερες περιπτώσεις μπορούν να φτάσουν ακόμη και σε μη αναστρέψιμες βλάβες ή και στον θάνατο.
Μια διαταραχή στην πρόσληψη τροφής μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή αυτοεκτίμηση, και να εκφραστεί ως πρόβλημα σωματικού βάρους, αυτο-εικόνας για το σώμα και ως ανθυγιεινές διαιτητικές συνήθειες. Το άτομο που πάσχει από μια παρόμοια διαταραχή έχει επιβλαβείς διατροφικές συνήθειες. Σε αυτές μπορεί να περιλαμβάνεται τόσο η υπερκατανάλωση τροφής όσο και η επικίνδυνη για την υγεία μείωση της ποσότητας της τροφής που λαμβάνεται. Και στις δύο περιπτώσεις, το άτομο αισθάνεται άσχημα για τις διατροφικές του συνήθειες, για το σώμα του ή για το βάρος του.
Ψυχογενής ή Νευρική Ανορεξία
Η Νευρική Ανορεξία αποτελεί πολύπλοκη διατροφική διαταραχή που συμπεριλαμβάνει ψυχικές, νευροβιολογικές και κοινωνιολογικές συνιστώσες. Η πάθηση δεν αποτελεί απλώς πρόβλημα που έχει να κάνει με την πρόσληψη τροφής. Είναι ένας τρόπος για τους πάσχοντες να «χρησιμοποιήσουν» την τροφή ή να την αποστερήσουν από τον εαυτό τους μέχρι αποστέωσης προκειμένου να αισθανθούν ότι αποκτούν περισσότερο έλεγχο στη ζωή τους, να καταπραΰνουν την ένταση, την κατάθλιψη, τον θυμό και τον φόβο. Η Νευρική Ανορεξία έχει ως χαρακτηριστικό της την απίσχναση, την καχεξία και το ιδιαιτέρως χαμηλό σωματικό βάρος —κάτω του 15% του φυσιολογικού για την ηλικία και το ύψος του ατόμου—, αλλά και τη στρεβλή αντίληψη της εικόνας για το σώμα. Για τους πάσχοντες, η πρόσληψη ή η μη πρόσληψη τροφής γίνεται εμμονή. Ασυνήθιστες ή ιδιάζουσες διατροφικές συνήθειες και τρόποι ελέγχου του βάρους αποτελούν τις κοινότερες συμπεριφορές σε όσους υποφέρουν από Ψυχογενή Ανορεξία. Η συνεχής μέτρηση του βάρους, ο υπερβολικός έλεγχος των προσλαμβανόμενων θερμίδων και η υπερβολική εκγύμναση είναι οι συνηθέστερες συμπεριφορές. Δυστυχώς, μεγάλο ποσοστό ανορεξικών (οι περισσότερες στατιστικές δείχνουν 1 στους 8) θα χάσει τη ζωή του, εάν δεν αναζητήσει θεραπεία. Προκειμένου να μειωθεί το βάρος, οι πάσχοντες καταφεύγουν σε τρεις μεθόδους:
- λιμοκτονία
- υπερφαγία και αποβολή της τροφής με εμετό και χρήση καθαρτικών
- Εξαντλητική γυμναστική
Τα βασικά κριτήρια σύμφωνα με τα οποία γίνεται η διάγνωση της νευρικής ανορεξίας είναι πέντε:
επίμονη και σκόπιμη προσπάθεια του ατόμου να ρίξει το σωματικό του βάρος σε επίπεδα αρκετά χαμηλότερα από αυτά που θεωρούνται φυσιολογικά για την ηλικία, το ύψος και τον σωματότυπό του
φόβος αύξησης του σωματικού βάρους ακόμη κι όταν αυτό είναι ήδη κάτω του φυσιολογικού
στρεβλή αντίληψη για το βάρος και τη σιλουέτα του σώματος που επηρεάζει τον τρόπο που ο πάσχων βλέπει και αξιολογεί τον εαυτό. Ταυτόχρονη άρνηση ότι το σωματικό βάρος είναι όντως παθολογικά μειωμένο
διακοπή έμμηνης ρήσης στις γυναίκες και πιο συγκεκριμένα τουλάχιστον τριών έμμηνων κύκλων
μείωση σεξουαλικού ενδιαφέροντος στους άνδρες ή απουσία λίμπιντο
Επιδημιολογικά, το ποσοστό των πασχόντων είναι κατά 80-90% γυναίκες. Η ηλικιακή φάση έναρξης της διαταραχής τοποθετείται μεταξύ του 14ου και του 18ου έτους της ηλικίας του ατόμου. Ως προς τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των ανορεξικών, είναι ενδιαφέρον ότι η πάθηση εμφανίζεται συχνότερα στα υψηλότερα κοινωνικο-οικονομικά στρώματα και σε άτομα με πολύ υψηλές σχολικές και πανεπιστημιακές επιδόσεις. Η διεκδικητικότητα και η αυτοεκτίμησή τους είναι χαμηλή, ενώ εμφανίζουν έντονη απέχθεια για τον εαυτό και τελειοθηρία. Τα παραπάνω υποδεικνύουν την ύπαρξη περιβαλλοντικών παραγόντων στην πυροδότηση και την έναρξη της νόσου.
Άλλο γνώρισμα των πασχόντων είναι η εμμονική ενασχόλησή τους με το φαγητό. Καταναλώνουν αρκετό χρόνο για να μαγειρέψουν την τροφή τους και παρακολουθούν τους άλλους καθώς τρώνε. Άλλες διαταραχές που απαντούν συχνά από κοινού με την Νευρική Ανορεξία είναι η Δυσθυμία, η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή, και η Γενικευμένη Αγχώδης Διαταραχή.
Αν και μέχρι σχετικά πρόσφατα πιστευόταν ότι η παθογένεια της Νευρικής Ανορεξίας συνδεόταν με περιβαλλοντικούς αποκλειστικά παράγοντες (προώθηση στρεβλών αντιλήψεων και προτύπων για το ιδανικό σώμα στο πλαίσιο του καταναλωτικού φαινομένου), οι τελευταίες έρευνες αποκαλύπτουν και την ύπαρξη βιολογικού υπόβαθρου που από κοινού με τις εξωτερικές πιέσεις του περιβάλλοντος οδηγούν στο ξέσπασμα της νόσου.
Οι σωματικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της εφηβείας προξενούν άγχος στους εφήβους, και οι μεταβολές στην ορμονική ισορροπία μπορούν να πυροδοτήσουν προϋπάρχοντες γονιδιακούς παράγοντες που αυξάνουν τους κινδύνους ανάπτυξης της νόσου. Μία τραυματική εμπειρία αρκεί για να αποτελέσει αφετηριακό σημείο για την εκδήλωση της Νευρικής Ανορεξίας, ιδιαίτερα καθώς οι κοινωνικές-καταναλωτικές εξωτερικές πιέσεις και τα πρότυπα που προβάλλονται συνεχώς αποθεώνουν τους ιδιαιτέρως ισχνούς σωματότυπους (στα περιοδικά, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κ.τ.λ.)
Οι πάσχοντες παρουσιάζουν εξαιρετικά υψηλά επίπεδα στρες και η διατροφική στέρηση στην οποία αυτοϋποβάλλονται επηρεάζει τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών (βλ. και την ενότητα για την Κατάθλιψη) στον εγκέφαλο που συντηρούν σε μεγάλο βαθμό την Αγχώδη Διαταραχή από την οποία υποφέρουν. Ο έλεγχος του βάρους συμβάλλει στη μείωση του στρες που βιώνουν. Συνεπώς η αύξηση του σωματικού τους βάρους επιφέρει παραδόξως και την κορύφωση του στρες, γεννώντας ένα φαύλο κύκλο που παρεμποδίζει τη θεραπεία.
Για την αντιμετώπισή της δεν επαρκεί μόνο η παρέμβαση ψυχιάτρου, αλλά μια σφαιρικότερη προσέγγιση που περιλαμβάνει και τη συμβολή παθολόγων και διατροφολόγων. Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση των πασχόντων πρέπει να είναι απόλυτα εξατομικευμένη καθώς τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των ανορεξικών δεν είναι ομοιογενή και απαιτούν εξατομικευμένες και στοχευμένες παρεμβάσεις.
Ψυχογενής ή Νευρική Βουλιμία
Η Νευρική Βουλιμία χαρακτηρίζεται από επεισόδια υπερφαγίας —αιτία για την οποία συχνά συγχέεται με την Eπεισοδιακή Yπερφαγία (Binge Eating)—, διακρίνεται δηλαδή από αιφνίδια ξεσπάσματα υπερκατανάλωσης τροφής, που συνοδεύονται από συναισθήματα ενοχής, αυτο-απόρριψης και αισθήματος προσωπικής ανεπάρκειας. Τα επεισόδια αυτά ακολουθούνται συνήθως από ανθυγιεινές απόπειρες αποβολής της τροφής και απαλλαγής από την ποσότητα που έχει υπερκαταναλωθεί και η οποία μπορεί να φτάνει ακόμη και τις 4.000 – 5.000 θερμίδες εντός 2 ωρών. Σε αυτές τις μεθόδους συμπεριλαμβάνεται η εκούσια πρόκληση εμετού, η χρήση καθαρτικών, κλυσμάτων, διουρητικών ή άλλων φαρμακευτικών μέσων, η υπερβολική σωματική άσκηση, η παροδική άρνηση κατανάλωσης τροφής (ασιτία) ή ο παροδικός υπέρμετρος περιορισμός της τροφής που καταναλώνεται (υποθρεψία, υποσιτισμός).
Τα άτομα που πάσχουν από Νευρική βουλιμία θεωρούν τον εαυτό τους μη ελκυστικό και έχουν μη ρεαλιστικές πεποιθήσεις για το σωματικό τους βάρος. Βιώνουν εν γένει απώλεια ελέγχου κατά τη διάρκεια των επεισοδίων υπερφαγίας, καταναλώνουν την τροφή κρυφά λόγω της ντροπής που αισθάνονται, τρώνε συχνά σε όρθια στάση και την καταβροχθίζουν σχεδόν αμάσητη, χωρίς να τη γεύονται. Στην πραγματικότητα, πριν από μία υπερφαγική έξαρση προηγείται συνήθως ένα έντονα στρεσογόνο γεγονός ή ακόμη και μια περίοδος σωματικής και ψυχικής πίεσης που εκτονώνεται πρόσκαιρα με την υπερφαγία. Η υποκείμενη γνωσία που κυριαρχεί στον νου του πάσχοντος είναι αυτή της διχότομης σκέψης, καθώς το άτομο θεωρεί ότι από τη στιγμή που δεν μπορεί να πετύχει την ιδανική εμφάνιση είναι μοιραίο να παραμείνει με την υποτιθέμενη ελαττωματική εικόνα που έχει για τον εαυτό του.
Η κατανάλωση τροφής γίνεται συνεπώς ακατανίκητη έξη (δηλαδή συνήθεια) που εμποδίζει την εκμάθηση δεξιοτήτων και την ανάπτυξη ικανοτήτων που θα βοηθούσαν στην αποτελεσματική επίλυση της συναισθηματικής δυσκολίας. Η πλήξη, η μοναξιά, το άγχος, η ματαίωση, η κατάθλιψη, τα διαπροσωπικά προβλήματα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το στρες, ο χρόνιος θυμός μπορούν όλα να καταλήξουν σε υπερφαγία. Όπως προαναφέρθηκε, κατά τη διάρκεια των επεισοδίων υπερφαγίας η αίσθηση του ελέγχου χάνεται, και ακολουθείται από ψυχολογικές αποκρίσεις που περιλαμβάνουν κατά ειρωνικό τρόπο, αυτομομφές, κατάθλιψη, ενοχές και ακόμη μεγαλύτερο άγχος. Εντείνουν δηλαδή τα αισθήματα που είχαν πρωτογενώς πυροδοτήσει το βουλιμικό επεισόδιο. Η βουλιμικές μάλιστα αντισταθμιστικές συμπεριφορές που αναφέρθηκαν (ασιτία, υποθρεψία, υποσιτισμός, κτλ.) διεγείρουν περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με το αίσθημα της πείνας και προκαλούν εκ νέου βουλιμικά επεισόδια με τροφές υψηλής θερμιδικής αξίας. Κατά τα επεισόδια αυτά κυριαρχεί η επιθυμία για κατανάλωση λιπαρών και αμύλου. Η προτίμηση δεν είναι τυχαία καθώς οι συγκεκριμένες τροφές σχετίζονται με την αύξηση της παραγωγής ενός νευροδιαβιβαστή που ονομάζεται ντοπαμίνη και συνδέεται με το αίσθημα της επιβράβευσης, αλλά και τη λειτουργία άλλων περιοχών του εγκεφάλου που ευθύνονται για τη γεύση, την αντίληψη για το σώμα και την παρόρμηση για κατανάλωση τροφής.
Το βάρος ενός βουλιμικού σε αντίθεση με αυτό των ανορεξικών παραμένει στις περισσότερες των περιπτώσεων φυσιολογικό, αν και μπορεί να παρουσιάζει έντονες αυξομειώσεις. Η αιτία γι’ αυτό βρίσκεται στο είδος και την ένταση των συμπεριφορών που σκοπό έχουν να διατηρήσουν το βάρος στο «ιδεατό» επίπεδο και να μειώσουν το άγχος, την ανησυχία, την αυτο-απαξίωση, τη διάθεση τιμωρίας του σώματος, που προκαλεί δευτερογενώς η υπερφαγία. Η πρόκληση όμως εμετού, η υπερβολική χρήση καθαρτικών διουρητικών και των υπόλοιπων μεθόδων που παρατέθηκαν οδηγούν σε παθολογικά προβλήματα στη φυσιολογία του ατόμου που σχετίζονται κυρίως με το πεπτικό τους σύστημα, αλλά και με την ισορροπία των ηλεκτρολυτών στον οργανισμό. Η τελευταία αποτελεί ακόμη σοβαρότερη παρενέργεια καθώς, αν αφεθεί να εξελιχθεί ανεξέλεγκτα, επιφέρει πολύ σοβαρές βλάβες σε ζωτικά όργανα όπως οι νεφροί και η καρδιά. Οι βουλιμικοί, οι οποίοι, εξαιτίας των αντισταθμιστικών πρακτικών που ακολουθούν, εμφανίζουν ηλεκτρολυτικές ανισορροπίες, ενδέχεται να παρουσιάσουν καρδιακή αρρυθμία με μοιραία αποτελέσματα που μπορούν να φτάσουν ακόμη και στο έμφραγμα.
Τα κριτήρια που είναι καθοριστικά για τη διάγνωση της διαταραχής είναι τα ακόλουθα:
- αλλεπάλληλα υπερφαγικά επεισόδια
- υιοθέτηση συμπεριφορών που σκοπό έχουν να αντισταθμίσουν την υπερπρόσληψη τροφής και να εμποδίσουν την αύξηση του σωματικού βάρους: αυτοπρόκληση εμετού, χρήση καθαρτικών, κλυσμάτων, διουρητικών, υπερβολική εκγύμναση, ασιτία,
- υποθρεψία, υποσιτισμός
οι παραπάνω συμπεριφορές έχουν συχνότητα δύο φορών τουλάχιστον την εβδομάδα για ελάχιστο διάστημα τριών μηνών η εικόνα και αξιολόγηση του εαυτού εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τη σιλουέτα και το βάρος του σώματος.
Επεισοδιακή Υπερφαγία (Binge Eating)
Η Επεισοδιακή Υπερφαγία συγχέεται συχνά με τη Βουλιμία, αλλά πρόκειται για δύο διακριτές διαταραχές. Συγκεκριμένα, είναι η τάση ορισμένων ανθρώπων να καταναλώνουν πολύ μεγάλες ποσότητες τροφής —συνήθως πολύ χαμηλής ποιότητας και πολύ υψηλής θερμιδικής αξίας, πλούσιες σε ζάχαρη, άμυλο και λιπαρά— υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Αυτό που ωθεί τους ανθρώπους στην υπερφαγία δεν είναι στην πραγματικότητα το φυσιολογικό αίσθημα της πείνας, αλλά η ανάγκη τους να διαχειριστούν δύσκολα συναισθήματα. Όπως και στη Νευρική Βουλιμία έτσι και στην Επεισοδιακή Υπερφαγία η κατανάλωση τροφής συνοδεύεται από το αίσθημα της ντροπής και γίνεται προσπάθεια να αποκρυφθεί από τους υπόλοιπους.
Οι μελετητές υπολογίζουν ότι το 75% της υπερκατανάλωσης τροφής προκαλείται από συναισθηματικές αντιδράσεις. Πολλοί από εμάς έχουμε μάθει από πρώιμα αναπτυξιακά μας στάδια ότι το φαγητό μπορεί να επιφέρει τουλάχιστον πρόσκαιρη συναισθηματική ανακούφιση ή ευχαρίστηση. Συνεπώς, στρεφόμαστε σε αυτό για να μετριάσουμε τον πόνο που προκαλεί μια συναισθηματική δυσκολία. Η κατανάλωση τροφής γίνεται ακατανίκητη έξη (δηλαδή συνήθεια) που εμποδίζει την εκμάθηση δεξιοτήτων και την ανάπτυξη ικανοτήτων που θα βοηθούσαν στην αποτελεσματική επίλυση της συναισθηματικής δυσκολίας. Η πλήξη, η μοναξιά, το άγχος, η ματαίωση, η κατάθλιψη, τα διαπροσωπικά προβλήματα, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το στρες, ο χρόνιος θυμός μπορούν όλα να καταλήξουν σε υπερφαγία και υπερβάλλον σωματικό βάρος.
Παρά το γεγονός ότι τα συμπτώματα και η παθογένεια ανάμεσα στη Νευρική Βουλιμία και την Επεισοδιακή Υπερφαγία αλληλεπικαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό, η κυριότερη διαφορά ανάμεσά τους είναι ότι όσοι παθαίνουν επεισόδια υπερφαγίας δεν προσπαθούν να απαλλαχθούν από την πλεονάζουσα τροφή με τον τρόπο που το πράττουν οι βουλιμικοί. Η συνηθέστερη συνέπεια της υπερφαγίας είναι η παχυσαρκία.